banner

Samuel Beckett

Προβολή ως
Ταξινόμηση
Εμφάνιση ανά σελίδα

Μολλόυ

Όπως ο Δάντης πορεύεται από κύκλο σε κύκλο για να φτάσει στην Κόλαση ή στον Παράδεισό του, έτσι και ο Σάμιουελ Μπέκετ τοποθετεί, καθέναν σε πολύ διακριτό κύκλο, τους τρεις κεντρικούς ήρωες των μυθιστορημάτων της τριλογίας του ("Μολλόυ", "Ο Μαλόν πεθαίνει" και "Ο ακατονόμαστος"), προκειμένου να φτάσουν, ίσως, στην ανυπαρξία την οποία επιζητούν. Από το ένα μυθιστόρημα στο άλλο, αυτός ο κύκλος όλο και στενεύει. Ο κύκλος στον οποίο μπορεί να είναι δέσμιος ο Μολλόυ, δεν μπορεί παρά να είναι αυτός της κυκλικής του αφήγησης που αρχίζει από το τέλος και τελειώνει στην αρχή. Ο Μολλόυ δεν είναι περιορισμένος σε έναν μόνο τόπο και διαθέτει ακόμα έναν σχετικά ικανοποιητικό βαθμό κινητικότητας, παρά το κακό του πόδι. Στην αρχή με ποδήλατο, μετά με πατερίτσες, και μετά, έρποντας πια, ξεκινάει ν' αναζητήσει τη μητέρα του, όπως λέει. Μήπως, όμως, εντέλει αναζητεί τον ίδιο του τον εαυτό ή, έστω, μια βεβαιότητα που ολοένα του διαφεύγει; Στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος, η καμπύλη που διαγράφει τη διαδρομή του Μολλόυ, διχάζεται: είναι και η επίσης κυκλική αναφορά που συντάσσει ο Μοράν. Στον Μοράν, ντετέκτιβ του γραφείου Γιούντι, έχει ανατεθεί η αποστολή αναζήτησης του Μολλόυ. Όταν ο Μοράν ξεκινάει την έρευνά του, έχει όλη του τη σωματική αλκή, όλες του τις βεβαιότητες. Όσο προχωράει η έρευνα, σιγά-σιγά η κατάστασή του μεταβάλλεται ριζικά και επιδεινώνεται από κάθε άποψη: ο Μοράν θ' αρχίσει να μοιάζει όλο και πιο πολύ στον ίδιο τον Μολλόυ. Άραγε ο Μοράν θα βρει τον Μολλόυ; Μήπως αποτελούν τις δύο όψεις ενός και μόνο προσώπου; Οι δύο καμπύλες των αντίστοιχων διαδρομών τους ίσως τελικά συναντηθούν για να σχηματίσουν το οριζόντιο οκτώ, σύμβολο της αέναης επανέναρξης μιας ανέφικτης αυτοαναζήτησης.
από
16,30 € 14,67 €

Μολλόϋ

Είμαι στο δωμάτιο της μάνας μου. Εγώ μένω τώρα σ' αυτό. Δεν ξέρω πως έφτασα ως εδώ. Με ασθενοφόρο ίσως, με κάποιο όχημα πάντως, οπωσδήποτε. Με βοήθησαν. Μόνος μου δε θα 'φτανα ποτέ ως εδώ. Αυτός ο άνθρωπος που έρχεται κάθε εβδομάδα, ίσως βρίσκομαι εδώ χάρη σ' αυτόν. Αυτός λέει πώς όχι. Μου δίνει λεφτά και παίρνει τις σελίδες. Τόσες σελίδες, τόσα λεφτά. Ναι, δουλεύω τώρα, λιγάκι όπως άλλοτε, μόνο που δεν ξέρω πια να δουλεύω. Αυτό δεν έχει σημασία, απ' ό,τι φαίνεται. Εγώ θα προτιμούσα τώρα να μιλήσω για τα πράγματα που μου έχουν απομείνει, να κάνω τ' αποχαιρετιστήρια, να πάψω να πεθαίνω. Αυτοί δε θέλουν. Ναι, είναι πολλοί, όπως φαίνεται. Αλλά έρχεται πάντα ο ίδιος. Αυτό θα το κάνετε αργότερα, λέει. Μάλιστα. Δεν έχω πια πολλή θέληση, ειν' αλήθεια. Όταν έρχεται να πάρει τις καινούργιες σελίδες, μου φέρνει πίσω εκείνες που είχε πάρει την προηγούμενη εβδομάδα. Είναι μουντζουρωμένες με κάτι σημάδια που δεν καταλαβαίνω. Άλλωστε δεν τις ξαναδιαβάζω. Όταν δεν έχω κάνει τίποτα δε μου δίνει τίποτα, με κατσαδιάζει. Πάντως δε δουλεύω για τα λεφτά. Τότε γιατί; Δεν ξέρω. Δεν ξέρω πολλά πράγματα, ειν' αλήθεια. Ο θάνατος της μάνας μου λογουχάρη. Ήταν ήδη πεθαμένη όταν ήρθα; Ή πέθανε αργότερα; Εννοώ πεθαμένη για θάψιμο. Δεν ξέρω. Ίσως δεν την έχουν θάψει ακόμα. Δεν ξέρω. Πάντως εγώ έχω το δωμάτιό της. Κοιμάμαι στο κρεβάτι της. Τα κάνω στο καθήκι της. Έχω πάρει τη θέση της. Πρέπει να της μοιάζω όλο και πιο πολύ. Το μόνο που μου λείπει είναι ένας γιος. Μπορεί να έχω έναν κάπου.
0,00 €

Ο ακατανόμαστος

Όπως ο Δάντης πορεύεται από κύκλο σε κύκλο για να φτάσει στην Κόλαση ή στον Παράδεισό του, έτσι και ο Σάμιουελ Μπέκετ τοποθετεί, καθέναν σε πολύ διακριτό κύκλο, τους τρεις κεντρικούς ήρωες των μυθιστορημάτων της τριλογίας του ("Μολλόυ", "Ο Μαλόν πεθαίνει" και "Ο ακατονόμαστος"), προκειμένου να φτάσουν, ίσως, στην ανυπαρξία την οποία επιζητούν. Από το ένα μυθιστόρημα στο άλλο, αυτός ο κύκλος όλο και στενεύει. Ο κύκλος με τον οποίο έχουμε να κάνουμε στον "Ακατονόμαστο" περιορίζεται σε ένα σημείο: τη μαύρη τρύπα στο κέντρο ενός γαλαξία, εκεί όπου ο χωροχρόνος παραμορφώνεται, εκεί όπου όλα έλκονται και απορροφώνται, αλλά χωρίς να εξαφανίζονται. Το ον που ζει σ' αυτό το σημείο δεν μπορεί να φέρει όνομα, γιατί πρόκειται γι' αυτό το «εγώ» που δεν μπορεί ποτέ να ταυτοποιηθεί. Το σώμα του Ακατονόμαστου, καθηλωμένο, αδυνατεί να κάνει την παραμικρή κίνηση. Ωστόσο, έχει πράγματα «να πει». Οι προγενέστεροί του χαρακτήρες -ο Μολλόυ, ο Μαλόν και οι άλλοι- περνούν και ξαναπερνούν, περιστρέφονται γύρω του. Θα 'λεγε κανείς ότι έχουν εξυφάνει μια συνωμοσία για να τον αναγκάσουν να συνεχίσει να είναι· δηλαδή, να τον αναγκάσουν να συνεχίσει να λέει. Οπότε ο Ακατονόμαστος θα δημιουργήσει άλλους κόσμους, θα δώσει φωνή σε άλλους εαυτούς του. Οι χαρακτήρες τους οποίους θα χρειαστεί να «προσπαθήσει να είναι» -με διαύγεια, αλλά χωρίς ποτέ να χάσει το χιούμορ του-, θα 'ναι κατά σειράν ο Μάχουντ, ο άνθρωπος-κούτσουρο που είναι μπηγμένος σε μια γλάστρα, και μετά ο Ουέρμ με το ακαθόριστο πρόσωπο που δεν είναι παρά ένα αυτί «που πάλλεται» και μια τρομερή ανησυχία στο μοναδικό του «έντρομο μάτι».
από
14,70 € 13,23 €

Ο Μαλόν πεθαίνει

Στο δεύτερο μέρος της τριλογίας του Μπέκετ κεντρικός ήρωας είναι ο Μαλόν, ο οποίος ενδέχεται να είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Μολλόυ, κάτι που μένει αδιευκρίνιστο από το συγγραφέα. Ο χαρακτήρας αυτός απευθύνει στον αναγνώστη τους συλλογισμούς του, κατά τη διάρκεια της αναμονής του θανάτου του.
από
14,00 € 12,60 €

Όχι εγώ

Υπάρχει ένα τραυματικό γεγονός που έλαβε χώρα κάποτε στις εκτάσεις του Κράκερ. Για αυτό το γεγονός προσπαθεί να μιλήσει το στόμα στο Όχι εγώ- προσπαθεί να σχηματίσει μια εικόνα του και ταυτόχρονα να εμποδίσει την άρθρωσή της. Παρακολουθούμε επίσης τη δραματική προσπάθεια της φωνής να αποφύγει τη χρήση του πρώτου προσώπου και τη σύνδεση ανάμεσα στο αφηγηματικό παρελθόν και στο αφηγηματικό παρόν. Το στόμα αρνείται να αποδεχτεί την ευθύνη και την ενοχή για ό,τι έχει συμβεί στο παρελθόν. Το στόμα είναι ό,τι έχει απομείνει από ένα σώμα, από μια ενότητα που έχει καταστραφεί. Και όμως, το στόμα μιλάει, συνεχίζει να υπάρχει η φωνή μιας κατακερματισμένης οργανικότητας, μια φωνή που τείνει περισσότερο στον ήχο, μια φωνή που αδυνατεί να υποστηρίξει επαρκώς τις εννοιολογικές προϋποθέσεις μιας νοηματικής συγκρότησης. Από αυτή την άποψη, το Όχι εγώ είναι μια επιτέλεση της αρνητικότητας, μια ιδιαίτερη εκδήλωση σκεπτικισμού ως προς τη γλώσσα. Σε αυτή τη συνθήκη, η μουσικότητα έρχεται να αναπληρώσει την αδυναμία της γλώσσας να εκφραστεί επαρκώς.
0,00 €

Πέντε κείμενα του Samuel Beckett στα ελληνικά

Όταν μου έγινε η πρόταση να εκδοθούν σ' έναν τόμο οι μεταφράσεις μου πέντε κειμένων του Samuel Beckett, το πρώτο που σκέφθηκα ήταν ότι, όπως είθισται, θα έπρεπε ίσως να προταχθεί μια εισαγωγή που να παρουσιάζει ουσιαστικά το συγγραφέα και το έργο του.  Πώς όμως αυτό να καταστεί δυνατόν αξιοπρεπώς, όταν -όπως μου δόθηκε επανειλημμένως η αφορμή να ξεκαθαρίσω προλογίζοντας προ ετών τις αναγνώσεις των πρώτων τριών από αυτά τα κείμενα στην Εταιρεία Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη- δεν είμαι μελετητής του Beckett, αλλά απλώς ένας περιπαθής αναγνώστης του; [...]  Επί της ουσίας, μπορεί κανείς να επισημάνει ότι και στα πέντε αυτά κείμενα κυρίαρχη είναι είτε η ψυχρή είτε η αγχώδης διαπίστωση της συντελεσμένης, ή της συντελούμενης, ή της επερχόμενης αδήριτα φθοράς, - με υπολανθάνοντα δε, παρά τη στοιχειοθετούμενην έτσι αντίφαση, τον ίμερο (όπως επανειλημμένως διαβάζουμε, διατυπωμένο αναλόγως του "μύθου" κατά ποικίλους τρόπους) "αυτό κάποτε να πάρει τέλος", που σημαίνει, σε τελευταία ανάλυση: να ολοκληρωθεί η επιστροφή στην ανυπαρξία. Και ακόμη (ίσως μάλιστα να έπρεπε να πω: και πρωτίστως) ότι και τα πέντε εκτυλίσσονται υπό το ζώδιον της μοναξιάς, μιας μοναξιάς αναπότρεπτης και αμάχητης. [...]  Και στα πέντε αυτά κείμενα συναντάει κανείς τις προσφιλείς στον Beckett επαναλήψεις, που πραγματοποιούν μια βαθμιδωτή προσέγγιση στα εκάστοτε αναφερόμενα, δίνοντας κάθε φορά μια πληρέστερη, συνήθως δε ζοφερότερη, εικόνα. Συχνά παρουσιάζονται ως "επωδοί" (refrains), φορτισμένες είτε με μια διάθεση σκώμματος, είτε με την πρόθεση να υπογραμμιστεί το πικρά ανασφαλές των λεγομένων. Βρίσκουμε επίσης συχνά τη γνώριμη επίδοση του Beckett να χρησιμοποιεί αριθμούς, αριθμητικές αλληλουχίες, γεωμετρικούς καθορισμούς. Και αισθάνεται κανείς ότι ο Beckett καταφεύγει σ' αυτές τις ακριβολογίες για να βρει ένα είδος συμπαράσταση, - στη "Συντροφιά" άλλωστε γράφεται ρητώς ότι "στις δύσκολες ώρες τα νούμερα σού είναι συμπαράσταση" και ότι "η προπαίδεια σού είναι βοήθεια, απάνεμο λιμάνι". [...]  (Από την εισαγωγή του Νάσου Δετζώρτζη)
0,00 €

Ποιήματα συνοδευόμενα από σαχλοκουβέντες

Ο Μπέκετ με τη γνωστή, λιτή μα καταλυτική γραφή του, μιλάει για τον έρωτα, για το χρόνο που κυλάει, για το μάταιο τόσων πραγμάτων που κάνουμε θεωρώντας τα σπουδαία, για το θάνατο. Πάντα με κείνη την τρυφερότητα και συνάμα με κείνον το σαρκασμό, που γνωρίζουμε απ' τον πεζό και το θεατρικό του λόγο. Η ποίησή του είναι συμπυκνωμένη. Κάθε λέξη, κάθε στίχος, κάθε τετράστιχο εκφράζουν αυτά που απασχολούν τη σκέψη όλων των ευαίσθητων ανθρώπων. Μάλιστα θα μπορούσαμε να πούμε για το ποιήματα της δεύτερη ενότητας, που τα περισσότερα δεν ξεπερνούν τους τέσσερις ή έξι στίχους και στέκουν σαν γνωμικά ή στιγμιαίες σκέψεις του Μπέκετ, ότι είναι ασκήσεις διανοητικής αναπνοής. Αν και σίγουρα ταιριάζει καλύτερα ο πικρός αυτοσαρκαστικός χαρακτήρας του ίδιου του Μπέκετ: Σαχλοκουβέντες.
από
14,84 € 11,90 €

Πρόζες 1945-1980

«Το γνωστό και το οικείο, το γνώριμο, που μας τρώει το κορμί και το μυαλό, που μας αφαιρεί τον αέρα και το φως, που μας βυθίζει και μας πνίγει, στο κείμενο του Μπέκετ εξημερώνεται. Γιατί είναι αλήθεια αυτό που έλεγαν παλιότερα, ότι δηλαδή μέσα σε κάθε μεγάλο έργο κυκλοφορεί ένα θηρίο εξημερωμένο». Από την εισαγωγή του Γ. Βώκου. «Το βιβλίο είναι μια συλλογή από πρόζες οι οποίες ανάγονται σε μια εκτενέστατη περίοδο τριάντα πέντε ετών, από το 1945 έως το 1980 αντιστοιχούν δηλαδή λίγο πολύ σ' όλο το φάσμα της συγγραφικής του παραγωγής... Στα πεζά αυτά κείμενα αντανακλώνται οι πειραματισμοί του Ιρλανδού συγγραφέα, οι περιπέτειες της γραφής του και οι θεματολογικές του εμμονές...»
0,00 €

Προυστ

Στις 15 Ιουνίου 1930 ο Μπέκετ ενημερώνεται την τελευταία στιγμή για έναν διαγωνισμό ποίησης με θέμα τον χρόνο. Η προθεσμία είναι τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας. Θα υποβάλει ένα ποίημα 98 στίχων και θα κερδίσει το πρώτο βραβείο, εντυπωσιάζοντας τα μέλη της επιτροπής. Λίγες εβδομάδες αργότερα θα του προτείνουν να γράψει μια μονογραφία για τον Μαρσέλ Προυστ, με μέγιστη έκταση 17000 λέξεις. Ο Μπέκετ θα δεχθεί. Είναι είκοσι τεσσάρων ετών και ήδη στις δημοσιεύσεις του στα διάφορα περιοδικά εμφανίζεται ως Ιρλανδός ποιητής και δοκιμιογράφος. Η μονογραφία για τον Προυστ θα είναι μια καλή ευκαιρία να συνυπάρξουν σε ένα κείμενο η αγάπη του για τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία και την ποίηση, με αφορμή το έργο ενός συγγραφέα· αλλά και η ευκαιρία να εμβαθύνει στο Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Το δοκίμιο του Μπέκετ για τον Προυστ θα προκαλέσει αρκετή αμηχανία. Απαντάει εμμέσως σε όλες τις κριτικές της εποχής, αλλά ταυτόχρονα προεκτείνει και τις θέσεις του ίδιου του Προυστ. Η πρωτοτυπία της ανάγνωσής του οφείλεται στη μεγάλη χρονική απόσταση που δείχνει να παίρνει από το έργο. Ο Μπέκετ εμφανίζεται ως παρατηρητής-αναγνώστης που διαβάζει μάλλον έναν κλασικό συγγραφέα παρά κάποιον σύγχρονό του. Είναι επίσης ο πρώτος αναγνώστης και κριτικός του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο που κινητοποιεί τόσο πολλούς φιλοσόφους και ρεύματα σκέψης. Θα υποδείξει, για πρώτη φορά, συγγένειες του έργου του Προυστ με τον Λόγο περί μεθόδου του Καρτέσιου, τη Μοναδολογία του Λάιμπνιτς και τη θεματική της φιλίας στον Νίτσε. Ωστόσο, μεγαλύτερη συνεισφορά του μπορεί να θεωρηθεί η ανάδειξη της συνάφειας που υπάρχει ανάμεσα στο έργο του Προυστ και τη σκέψη του Σοπενάουερ: Είμαστε μόνοι. Δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούν να μας γνωρίσουν.
από
13,80 € 11,00 €

Πρώτος έρωτας

Ο Μπέκετ δανείστηκε τον τίτλο από ένα μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ και δημιούργησε κάτι εντελώς διαφορετικό, ένα έργο απαισιόδοξο που ενοχλεί και κλονίζει τον αναγνώστη, ποιητικό και γκροτέσκο συνάμα. Ο αναγνώστης δέχεται απανωτά χτυπήματα, περνάει από το χαμόγελο στο μορφασμό με μία μόνο φράση, με φόντο το παράλογο. Στον "Πρώτο έρωτα" ένας άνδρας αναπολεί τη νιότη του με αφορμή την επίσκεψή του στον τάφο του πατέρα του και αφηγείται πώς γνώρισε μια γυναίκα σ' ένα παγκάκι και τη θυελλώδη σχέση τους. "Βάλθηκα να παίζω με τις κραυγές όπως περίπου είχα παίξει με το τραγούδι, προχωρώντας, σταματώντας, προχωρώντας, σταματώντας, αν μπορεί κανείς να το πει αυτό παιχνίδι. Όσο προχωρούσα δεν τις άκουγα, χάρη στο θόρυβο των βημάτων μου. Αλλά μόλις σταματούσα τις άκουγα ξανά, σίγουρα κάθε φορά πιο χαμηλές, αλλά τι κι αν μια κραυγή είναι χαμηλή ή δυνατή; Αυτό που χρειάζεται είναι να σταματήσει. Για χρόνια πίστευα πώς θα σταματούσαν. Τώρα πια δεν το πιστεύω. Θα μου χρειάζονταν κι άλλοι έρωτες, ίσως. Αλλά τον έρωτα δεν τον παραγγέλνει κανείς". Αυτός ο γλυκόπικρος μονόλογος είναι από τα πρώτα κείμενα που έγραψε ο συγγραφέας στα γαλλικά, το 1945. Τα έργα του Μπέκετ στοιχειοθετούν τη φιλοσοφία της άρνησης μέσα από χαρακτήρες που βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανούσια και παράλογη ύπαρξή τους χωρίς την παρηγοριά της θρησκείας, του μύθου ή των φιλοσοφικών δογμάτων. Κυρίως τα διηγήματά του, που συχνά τα περιγράφουν ως αποσπάσματα παρά ως ιστορίες, μαρτυρούν τον λιτό τρόπο που χρησιμοποιεί τη γλώσσα και την οικονομία της έκφρασης, και το πόσο έντονα ζωγραφίζει τις εικόνες της αποξένωσης και του παραλόγου για να παρουσιάσει αλήθειες αδέσμευτες από κάθε λεκτικό καλλωπισμό
από
9,00 € 7,20 €