Ο Μπακ είναι ένας σκύλος που ζει μια καλή ζωή σε ένα ράντσο στην Καλιφόρνια με τον κύριό του, τον δικαστή Μίλλερ, μέχρι που τον κλέβουν και τον πουλούν για να πληρωθεί ένα χρέος τζόγου. Τον πηγαίνουν στην Αλάσκα και εκεί περνά στα χέρια δύο Καναδών παραδομένων στον πυρετό του χρυσού, οι οποίοι τον εκπαιδεύουν ως σκύλο έλκηθρου. Η σκληρότητα του περιβάλλοντος θα αναγκάσει τον Μπακ να ανακτήσει την άγρια πλευρά του, κάτι που αποτελεί
τον μόνο τρόπο για να επιβιώσει στα κρύα εδάφη του Βορρά.
Ο Τζακ Λόντον πέρασε σχεδόν έναν χρόνο στο Γιουκόν (του Καναδά) συλλέγοντας υλικό για το βιβλίο. Η ιστορία δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Saturday Evening Post το καλοκαίρι του 1903 και έναν μήνα αργότερα εκδόθηκε σε έναν τόμο.
Οι μεταπτώσεις του ζώου, η χάραξη των πορτρέτων των ανθρώπων που αναζητούν το κίτρινο μέταλλο, η περιγραφή του τοπίου και η τέλεια παρακολούθηση της αλληλουχίας των γεγονότων αιτιολογούν τον χαρακτηρισμό του πεζογραφήματος ως μπεστ σέλερ όλων των εποχών.
Η μεγάλη δημοτικότητα και η επιτυχία του βιβλίου εδραίωσαν τη φήμη του Λόντον. Μεγάλο μέρος της γοητείας αυτού του μυθιστορήματος απορρέει από τη φαινομενική του απλότητα και το έντονο συναίσθημα που αυτή η ιστορία επιβίωσης μεταφέρει.
«Το Κάλεσμα της άγριας φύσης είναι μια παραβολή για τον εύθραυστο χαρακτήρα του πολιτισμού. Ο Λόντον εκθέτει τη σκληρότητα της ανθρωπότητας και την ευκολία με την οποία
οι άνθρωποι επιστρέφουν στην πρωτόγονη και άγρια κατάστασή τους». E.L. Doctorow
Ο γιος ενός παλιού φίλου ζητά τη βοήθεια του συνταξιούχου πια αστυνόμου Μπέκα. Έγινε ένα έγκλημα... Ο νεαρός Κωνσταντινίδης δεν πάει στην αστυνομία να το καταγγείλει, από φόβο μήπως ενοχοποιηθεί. Όταν όμως ο Μπέκας ερευνά το διαμέρισμα της οδού Σπευσίππου 199, δεν βρίσκει κανένα πτώμα γυναίκας. Την επόμενη όμως οι εφημερίδες γράφουν για τον θάνατο της Τζούλιας Χατζηγρηγόρη απο πνιγμό στο Σούνιο: "Τραγικό δυστύχημα..." και ο νεαρός Κωνσταντινίδης έχει εξαφανιστεί. Τον αναζητά και η φιλενάδα του Άσπα. Τότε ο Μπέκας...
""Το καλοκαίρι του φόβου" διαδραματίζεται πάλι στο Κολωνάκι, 20 χρόνια αργότερα από τον φόνο του Καρνέζη στο "Έγκλημα στο Κολωνάκι". Ο Μπέκας, συνταξιούχος πλέον, δέχεται την επίσκεψη ενός νεαρού, γιου κάποιου παλιού του φίλου, που ισχυρίζεται ότι μπαίνοντας σ' ένα διαμέρισμα στην οδό Σπευσίππου για να κλέψει βρέθηκε μπροστά σε μια νεκρή γυναίκα. Πρόκειται για την πλούσια Τζούλια Χατζηγρηγόρη, κόρη εφοπλιστή, με σύζυγο κι εραστή, η οποία όμως πνίγηκε στο Σούνιο την επόμενη ημέρα, σύμφωνα με τις εφημερίδες. Όταν ο νεαρός βρίσκεται επίσης σκοτωμένος, ο Μπέκας, με τη βοήθεια του δημοσιογράφου Μακρή, αναλαμβάνει να διαλευκάνει την υπόθεση αδιαφορώντας για τη στάση της επίσημης αστυνομίας που αδρανεί. Επηρεασμένος από τον αγώνα του κουβανού ψαρά στο "Ο γέρος και η θάλασσα" του Χέμινγκγουεϊ, ο οποίος αν και ξοφλημένος κατορθώνει να πιάσει ένα τεράστιο ψάρι, ο αστυνόμος δρα κόντρα στον γενικό εφησυχασμό και κατορθώνει να ανακαλύψει την αλήθεια. Σε τούτο το μυθιστόρημα ο αναγνώστης διαπιστώνει για μία φορά ακόμη πόσο περίτεχνες και σαγηνευτικές είναι οι πλοκές των έργων του Μαρή, του αριστερού συγγραφέα που επιχειρεί να δείξει για πολλοστή φορά τη διαφθορά της αστικής τάξης, τον βαθμό χαλαρότητας των ηθών, την ανευθυνότητα μεγάλου μέρους της νέας γενιάς και ακόμη το πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος πιεζόμενος από τις βιοτικές του ανάγκες και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης."
(Φίλιππος Φιλίππου, εφημερίδα "Το Βήμα"/"Βιβλία", 14.11.1999)
φίλτρα αναζήτησης:
Καθαρισμός Όλων