ΣΕ ΕΙΔΑ
Να αναθάλλεις μέσα απ’ το αυτονόητο.
Στο νοητό σκοτάδι να καθαιρείς τις έννοιες.
Στο λυπημένο καφενείο μ’ ένα ποτήρι ζεστό νερό.
Ν’ ακούς αίσιες φωνές από απρόσμενες μεριές.
Να κυκλοφορείς σε πόλεις, που ποτέ δεν κατάλαβες.
Στο πάρκο ένα παγωμένο απόγεμα στα όρθια
να με χαϊδεύεις με το γάντι.
Απρόσκλητος στον λυρισμό του φεγγαριού.
Να γυρίζεις την πλάτη στο προφανές.
Μέσα στο δροσολαμπές να υπερτιμάς το εδώ.
Να παραστέκεσαι σε ονόματα θνησιγενή.
Περισσότερο τρυφερό στο αιχμάλωτο σχήμα.
Με την παγωμένη καρδιά του καρπουζιού
να σβήνεις τη δίψα του θέρους μέσα στον καύσωνα
κι ο πάγος μέσα σου να μη λέει να λιώσει.
Να αυνανίζεσαι και το ανθισμένο ρόδινο να τρέμει.
Στο Αγιοφάραγγο, ευκάλυπτον
μέσα στις πικροδάφνες του χειμάρρου.
Οιονεί παλλόμενον να μεγαλύνεις τη γυμνότητά σου.