Ο Παρθενώνας, όπως όλα τα μεγάλα αριστουργήµατα, κρύβει στη μορφή του και την εμπειρία ζωής του δημιουργού του, του Ικτίνου: τις επιθυμίες, τους έρωτες, τις απογοητεύσεις, τις αμφιβολίες, τις αγωνίες και τους φόβους του. Τη δίνη αυτής της εµπειρίας σαρώνει η μυθιστορηµατική αφήγηση ταξιδεύοντας στην άλλη άκρη του χρόνου, στην καρδιά μιας Αθήνας, όπου ο δήµος είναι "τύραννος", όπως τον αποκαλεί ο Ευριπίδης, και οι θεοί εξακολουθούν να ενδιαφέρονται και να παρεμβαίνουν στο ανθρώπινο σύµπαν. Οδηγός στην περιπέτεια η δαιµονική και μαγευτική συγχρόνως Σελάνα, σύντροφος ζωής του αρχιτέκτονα του Παρθενώνα.
Ένα μυθιστόρημα για την περιπέτεια της δημιουργίας.
...µε το μυθιστόρημα αυτό γεύτηκα τα αποφάγια που άφησε στο τραπέζι της η ευωχία των μελετητών τόσων αιώνων. Πέρασα χρόνια διαβάζοντας τα έργα τους, άλλοτε µε περιέργεια, άλλοτε µε θαυµασµό, κι άλλοτε από υποχρέωση. Όµως άλλο έψαχνα, κι ας ήξερα πως δεν θα µπορέσω να το βρω στις σελίδες που καταγράφουν µε εξαιρετική ακρίβεια αριθµούς, διαστάσεις, αποστάσεις και όσα άλλα µέσα διαθέτει ο ανθρώπινος νους για να περιγράψει το ορατό. Οι πειρασμοί ήσαν πολλοί. Σκέφτηκα µια Bιογραφία του Παρθενώνα που θα στηριζόταν αποκλειστικά σε ιστορικές μαρτυρίες, από τον Κέκροπα ως τον Μανόλη Κορρέ. Όµως τελικά υπέκυψα στην έξη µου -την έξη του μυθιστοριογράφου- διότι αυτή υπηρετεί καλύτερα το ζητούμενο. Επειδή όµως το "Μυθιστόρημα του Παρθενώνα" δεν τελειώνει µε τη δημιουργία του, ευελπιστώ να συνεχίσω µε τα επόµενα επεισόδια του μακραίωνος βίου του.
Τάκης Θεοδωρόπουλος
Το "Μυθιστόρημα του Ξενοφώντα" είναι το μυθιστόρημα της εποχής που ο ελληνικός κόσμος πνέει τα λοίσθια. Οι πόλεις επιδίδονται σ’ έναν ασταμάτητο πόλεμο μεταξύ τους, ο Πέρσης βασιλιάς παρακολουθεί και παρεμβαίνει, και η Ιστορία εγκυμονεί.
Στην ηττημένη Αθήνα του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Σωκράτης καταδικάζεται σε θάνατο και μερικά από τα καλύτερα παιδιά της αναρωτιούνται για την αξία της δημοκρατίας, της μεγάλης εφεύρεσης του προηγούμενου αιώνα. Ο Πλάτων ιδρύει την Ακαδημία, ενώ ο Ξενοφών παίρνει τη δική του μοναχική πορεία. Ωραίος σαν τον Αλκιβιάδη, γόνος της παλιάς καλής Αθήνας, θα γίνει μισθοφόρος του Κύρου πριν τον εξορίσουν οι συμπολίτες του κατηγορώντας τον για φιλολακωνισμό. Το υπόλοιπο της ζωής του θα το περάσει εξόριστος στην Πελοπόννησο, γράφοντας ένα έργο που κατάφερε να φτάσει ακέραιο ως τις μέρες μας. Κι αυτό μοιάζει με θαύμα: χωρίς φιλοσοφική σχολή να τον υποστηρίζει, χωρίς μαθητές να φροντίζουν για την υστεροφημία του, ελλειμματικός φιλόσοφος κατά πολλούς, μειονεκτικός ιστορικός κατ’ άλλους, ο Ξενοφών κατόρθωσε να διασχίσει τους αιώνες και να φτάσει ως το δικό μας παρόν αρθρώνοντας τον μοναχικό του λόγο, διεκδικώντας την ειλικρίνεια αυτής της μοναξιάς που τον κάνει να μοιάζει παράξενα σύγχρονός μας.